Νεύρα του Ανθρωπίνου Σώματος (Πλήρης ανατομική περιγραφή)
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑΤΟΣ ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(ΑΝΑΤΟΜΟΣ - ΦΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ - ΧΕΙΡΟΠΡΑΚΤΗΣ)
Αιδοιϊκό
Σχηματίζεται από τις υποδιαιρέσεις των κοιλιακών κλάδων του ιερού και κοκυγγικού πλέγματος (Ι2-Ι4) και φθάνει στην περιοχή των γλουτών εξερχόμενο από το μείζον ισχιακό τρήμα. Η πορεία του εντοπίζεται κάτω από τον απιοειδή. Μετά την έξοδό του από την πύελο υποστρέφει πέριξ του ελάσσονος ισχιοϊερού συνδέσμου και επανεισάγεται σε αυτή μέσω του ελάσσονος ισχιακού τρήματος. Νευρώνει τους έξω σφιγκτήρες του πρωκτού και της ουρήθρας, γραμμωτούς μυς και δερματικές περιοχές του περινέου.
Αιδοιομηρικό
Σχηματίζεται από τους κοιλιακούς κλάδους των Ο1 και Ο2 νεύρων και κατέρχεται εντός του σώματος του μείζονος ψοΐτη. Εξέρχεται στην πρόσθια επιφάνεια του μυός στο τέλος του άνω τριτημορίου του μήκους του και καθεύδει σε αυτή την θέση για να διαιρεθεί σε αιδοιϊκό και μηριαίο κλάδο λίγο πρίν διέλθει κάτωθι του βουβωνικού συνδέσμου. Ο αιδοιϊκός κλάδος στους άνδρες διερχόμενος δια του βουβωνικού πόρου νευρώνει τον κρεμαστήρα μύ και το άνω πρόσθιο πέρας του οσχέου, ενώ στις γυναίκες νευρώνει τις δερματικές περιοχές του εφηβαίου και τα μεγάλα χείλη του αιδοίου. Ο μηριαίος κλάδος μέσω της πρόσθιου πετάλου της μηριαίας θήκης νευρώνει το πρόσθιο πέρας της εγγύς επιφάνειας του μηρού.
Αιθουσαίο
Εμφανίζεται στον έσω ακουστικό πόρο σαν υποδιαίρεση του αιθουσοκοχλιακού νεύρου (η άλλη είναι το κοχλιακό) όπου διαιρείται σε άνω και κάτω κλάδο οι οποίοι καταλήγουν στους ημικύκλιους σωλήνες και το ελλειπτικό και σφαιρικό κυστίδιο.
Αιθουσοκοχλιακό (VIII)
Αισθητικό νεύρο αποτελούμενο από δύο κλάδους; τον αιθουσαίο για την ισορροπία και τον κοχλιακό για την ακοή. Αναφύεται από το έξω πέρας του στελέχους και μέσω του έσω ακουστικού πόρου ο μεν αιθουσαίος κλάδος καταλήγει στους ημικύκλιους σωλήνες, ο δε κοχλιακός στον κοχλία.
Ανελκτήρα πρωκτού
Κυρίως από την Ι4 νευρική ρίζα του ιερού πλέγματος.
Απαγωγό (VI)
Αναφύεται από το εγκεφαλικό στέλεχος και καταλήγει μέσω του υπερκόγχιου σχίσματος στα πλάγια του κόγχου νευρώνοντας τον έξω ορθό μύ.
Απιοειδούς
Κυρίως από τις Ι1 και Ι2 νευρικές ρίζες του ιερού πλέγματος.
Αυχενική αγκύλη
Τμήμα του πλέγματος νεύρων της αυχενικής περιοχής. Σχηματίζεται από τους πρόσθιους κλάδους των Α1- Α3 νεύρων και νευρώνει τους κάτωθι του υοειδούς οστού μύς.
Βραχιόνιο δερματικό
Εκφύεται από το έσω δευτερεύων στέλεχος του βραχιονίου πλέγματος και νευρώνει το έσω πέρας του άνω τριτημορίου του βραχίονος.
Βυκανητικό
Εντοπίζεται ως κλάδος του κάτω γναθικού νεύρου και δίδει αισθητικές (δερματική περιοχή στην πορεία του βυκανητή μυός, γειτνιάζουσα περιοχή του στοματικού βλεννογόνου, ούλα των κάτω γομφίων) και κινητικές ίνες (κροταφίτης και έξω πτερυγοειδής)
Γαστροκνήμιο
Αναφύεται ως δερματικός κλάδος από το κνημιαίο νεύρο στην αρχή του εγγύς τριτημορίου της κνήμης και κατέρχεται στην μεσότητα της οπίσθιας επιφάνειας της κνήμης για να διέλθει κάτωθι του έξω σφυρού και να νευρώσει τις δερματικές περιοχές της πλάγιας πλευράς του ποδιού και της ραχιαίας και πλάγιας επιφάνειας του μικρού δακτύλου.
Γενειακό
Αναφύεται ως κλάδος του κάτω φατνιακού νεύρου το οποίο αναδύεται από το γενειακό τρήμα και νευρώνει το πηγούνι και το κάτω χείλος
Γλουτιαία
Συντίθενται από κλάδους των ραχιαίων υποδιαιρέσεων του ιερού πλέγματος και διαχωρίζονται σε άνω και κάτω κλάδο. Το άνω γλουτιαίο νεύρο σχηματίζεται από ρίζες των Ο4 - Ι1 νεύρων και νευρώνει τον μέσο και μικρό γλουτιαίο και την τείνοντα την πλατία περιτονία. Το κάτω γλουτιαίο νεύρο σχηματίζεται από ρίζες των Ο5 - Ι2 νεύρων και διερχόμενο μέσω του μείζονος ισχιακού τρήματος νευρώνει τον μείζονα γλουτιαίο.
Γλωσσικό
Αναφύεται ως κλάδος του άνω γναθικού νεύρου (V3) και μεταφέρει αισθητικά ερεθίσματα από τα πρόσθια δύο τριτημόρια της γλώσσης. Επίσης μεταφέρει ερεθίσματα από τον στοματικό βλεννογόνο του εδάφους και τα ούλα των κάτω οδόντων.
Γλωσοφαρυγγικό (IX)
Εξέρχεται από το κρανίο μέσω του σφαγιτιδικού τρήματος και κατέρχεται συμπορευόμενο κατά μήκος της οπίσθιας επιφάνειας του βελονοφαρυγγικού μυός, καταλήγοντας στο φαρυγγικό τμήμα της γλώσσης. Μεταφέρει αισθητικά σήματα της γεύσης και της απλής αισθητικότητος από το φαρυγγικό τμήμα της γλώσσης και τις περιχαρακωμένες θηλές.
Γναθικό, άνω (V2)
Αναφύεται από το γάγγλιο του τριδύμου στο κρανίο και είναι αποκλειστικά αισθητικό νεύρο. Διασχίζοντας το στρογγύλο και στην συνέχεια το υποκόγχιο τρήμα αναδύεται ως υποκόγχιο νεύρο. Κατά την διάρκεια της πορείας του εκφύεται από αυτό το ζυγωματικο-κροταφικό νεύρο το οποίο νευρώνει το πρόσθιο πέρας της κροταφικής περιοχής. Από το ζυγωματο-κροταφικό αναφύεται ένας ζυγωματο-προσωπικός κλάδος που νευρώνει μέρος του ζυγωματικού τόξου και το υποκόγχιο νεύρο που νευρώνει το κάτω βλέφαρο, την παρειά, το άνω χείλος και το πλάγιο πέρας της ρινός.
Γναθικό, κάτω
Εξέρχεται από το κρανίο δια του ωοειδούς τρήματος και διακλαδίζεται στο ωτοκροταφικό νεύρο (που νευρώνει τον έξω ακουστικό πόρο, την έξω πλευρά του τυμπανικού υμένα και περιοχές του κροτάφου), στο βυκανητικό νεύρο ( που νευρώνει τον βυκανητή και την παρειά) και το γενειακό νεύρο που νευρώνει περιοχές από το κάτω χείλος ως το και πηγούνι.
Γναθοϋειδές
Εκφύεται από το κάτω φατνιακό νεύρο το οποίο είναι κλάδος του κάτω γναθικού νεύρου. Νευρώνει τον γναθοϋοειδή και τη πρόσθια γαστέρα του διγάστορα.
Δακρυϊκό
Είναι κλάδος του οφθαλμικού νεύρου και μαζί με παρασυμπαθητικές και συμπαθητικές ίνες που δέχεται από το ζυγωματοπροσωπικό νεύρο νευρώνει τον δακρυϊκό αδένα, τον επιπεφυκότα και το έξω πέρας του άνω βλεφάρου.
Δακτυλικά, παλαμιαία
Αποτελούν κλάδο του μέσου νεύρου και νευρώνουν τις δερματικές περιοχές των τριών και μισού εξωτερικών δακτύλων, ραχιαίες δερματικές περιοχές των ονυχοφόρων φαλάγγων και τους δύο πλάγιους ελμινθοειδείς.
Δακτυλικά, πελματιαία
Αποτελούν κλάδους του κνημιαίου νεύρου και διαχωρίζονται σε έσω και έξω πελματιαία. Το έσω πελματιαίο νευρώνει τις δερματικές περιοχές των απώτερων δύο τριτημορίων του πέλματος, τις πλάγιες επιφάνειες των τριών πρώτων δακτύλων, και την έξω επιφάνεια του μέσου δακτύλου. Σε μυϊκό επίπεδο νευρώνει τον απαγωγό του μεγάλου δακτύλου, τον βραχύ καμπτήρα του μεγάλου δακτύλου, τον βραχύ καμπτήρα των δακτύλων και τον πρώτο ελμινθοειδή. Το έξω πελματιαίο νευρώνει όλους τους μυς του πέλματος εκτός του απαγωγού του μεγάλου δακτύλου, του βραχύ καμπτήρα του μεγάλου δακτύλου, του βραχύ καμπτήρα των δακτύλων και του πρώτου ελμινθοειδή που νευρώνονται από το έσω πελματιαίο.
Δακτυλικά, ραχιαία
Είναι κλάδοι του επιπολής περονιαίου νεύρου. Νευρώνουν την ραχιαία δερματική επιφάνεια των δακτύλων.
Έσω δερματικό του αντιβραχίου
Εκφύεται από το έσω δευτερεύων στέλεχος του βραχιονίου πλέγματος κάτω από την έκφυση του έσω δερματικού νεύρου του βραχίονος. Νευρώνει την δερματική επιφάνεια που επικαλύπτει τον δικέφαλο βραχιόνιο και την έσω πλευρά του αντιβραχίου μέχρι τον καρπό.
Έσω θυρεοειδούς
Αναφύεται από τους πρόσθιους κλάδους των Ο5-Ι2 ριζών του ιερού πλέγματος και εξέρχεται της πυέλου από το μείζον ισχιακό τρήμα. Μετά την έξοδό του από την πύελο υποστρέφει πέριξ του ελάσσονος ισχιοϊερού συνδέσμου και επανεισάγεται σε αυτή μέσω του ελάσσονος ισχιακού τρήματος. Νευρώνει τον έσω θυρεοειδή.
Ζυγωματικό
Αναφύεται από το άνω γναθικό νεύρο και στο έξω πλάγιο κογχικό τοίχωμα διαιρείται στον ζυγωματοκροταφικό κλάδο όπου νευρώνει την δερματική επιφάνεια του κροτάφου και στον ζυγωματοπροσωπικό κλάδο όπου νευρώνει την πρόσθια και έξω επιφάνεια του ζυγωματικού τόξου.
Ζυγωματοκροταφικό
Κλάδος του ζυγωματικού που νευρώνει την δερματική επιφάνεια του κροτάφου.
Ηθμοειδές
Διακρίνεται σε πρόσθιο και οπίσθιο κλάδο. Νευρώνει τις ηθμοειδείς κυψέλες και τον μετωπιαίο κόλπο, ενώ επίσης νευρώνει τα τοιχώματα της ρινικής κοιλότητος πριν καταλήξει ως έξω ρινικό νεύρο στην εξωτερική επιφάνεια της ρινός.
Θυρεοειδές
Σχηματίζεται από τις Ο2-Ο4 ρίζες του οσφυϊκού πλέγματος και εξέρχεται από την πύελο μέσω του θυρεοειδούς πόρου για να νευρώσει την περιοχή των προσαγωγών στην έσω πλευρά του μηρού. Νευρώνει το σύνολο των μυών του έσω διαμερίσματος του μηρού εκτός από ένα τμήμα του μεγάλου προσαγωγού και τον κτενίτη και τον έξω θυρεοειδή.
Θωρακικό, μακρό
Αναφύεται από τις Α5,6,7 ρίζες του βραχιονίου πλέγματος και νευρώνει τον πρόσθιο οδοντωτό.
Θωρακοραχιαίο
Αναφύεται από τα οπίσθια δευτερεύοντα στελέχη του βραχιονίου πλέγματος και περιλαμβάνει ίνες από τις Α 6,7,8 ρίζες. Νευρώνει τον πλατύ ραχιαίο μύ.
Ινιακό, μείζον, έλασσον, τρίτο
Σχηματίζονται από τούς Α2 και Α3 κλάδους των νωτιαίων αυχενικών νεύρων. Το μείζον νευρώνει την περιοχή πίσω από το αυτί, το έλασσον περιοχές πίσω και πάνω από το αυτί, ενώ το τρίτο περιοχή του τριχωτού της κεφαλής.
Ισχιακό
Είναι το μεγαλύτερο νεύρο του σώματος και αποτελείται από ρίζες του Ο4, Ο5, Ι1, Ι2 και Ι3 νεύρων , μορφωμένου σε ενιαίο νεύρο στην κοιλιακή επιφάνεια του απιοειδούς. Εξέρχεται από το μείζον ισχιακό τρήμα και αφού διασχίσει την γλουτιαία περιοχή κατέρχεται στο οπίσθιο διαμέρισμα του μηρού νευρώνοντας όλους τους μύς της περιοχής. Άνωθεν του γόνατος διαιρείται στο κνημιαίο και στο κοινό περιονιαίο νεύρο τα οποία κατερχόμενα μέσω του ιγνυακού βόθρου νευρώνουν τα υπόλοιπα τμήματα του ποδιού. Το ισχιακό νεύρο νευρώνει εκτός από τους μυς του οπίσθιου διαμερίσματος του μηρού (Δικέφαλος μηριαίος, Ημιτενοντώδης, Ημιϋμενώδης) , το τμήμα του μεγάλου προσαγωγού που έχει έκφυση στο ισχιακό οστό, τους μυς του κνήμης και του ποδιού και δερματικές επιφάνειες της εξωτερικής πλευράς της κνήμης, του άκρου πόδα και του πέλματος.
Καρδιακά, άνω, μέσα, κάτω
Μεταγαγγλιακά νεύρα τα οποία προέρχονται από το άνω, μέσο και κάτω αυχενικά γάγγλια τα οποία αποτελούν μέρος του συμπαθητικού νευρικού συστήματος.
Καρωτιδικό, έσω
Είναι η μεταγαγγλιακή συνέχεια του εν τω βάθει λιθοειδούς νεύρου που μετά την έξοδό του από το άνω αυχενικό συμπαθητικό γάγγλιο γίνεται καρωτιδικό. Μεταφέρει πληροφορίες για αιμοφόρα αγγεία.
Καρωτιδοτυμπανικό
Σχηματίζεται στο έσω ούς από ίνες του τυμπανικού νεύρου και από ίνες του εν τω βάθει λιθοειδούς νεύρου το οποίο ανέρχεται ελισσόμενο ως πλέγμα πέριξ της καρωτίδος. Νευρώνει τον βλενογόννο του μέσου ωτός, τον φαρυγγοτυμπανικό σωλήνα και την μαστοειδή απόφυση.
Κάτω δίδυμο
Αναφύεται από τις Ο4-Ι1 ρίζες του ιερού πλέγματος και εξέρχεται από την πύελο μέσω του μείζονος ισχιακού τρήματος ακριβώς κάτω από τον απιοειδή για να νευρώσει μύς και δερματικές περιοχές του άκρου.
Κερκιδικό
Αναφύεται από τα οπίσθια δευτερεύοντα στελέχη του βραχιονίου πλέγματος (Α 5678, Θ1) και εισέρχεται στο οπίσθιο πέρας του βραχίονος μέσω του τριγωνικού διακένου. Κατερχόμενο διασχίζει την οπισθοπλάγια επιφάνεια του βραχιονίου και διερχόμενο προσθίως της παρακονδύλιας απόφυσης του βραχιόνιου εισέρχεται στο αντιβράχιο. Στην περιοχή του βραχιονίου νευρώνει τον τρικέφαλο βραχιόνιο, τον βραχιονοκερκιδικό και τον μακρό ωλένιο εκτείνοντα του καρπού. Οι αισθητικές του απολήξεις σχηματίζουν το κάτω έξω δερματικό νεύρο του βραχίονος και οπίσθιο δερματικό νεύρο του βραχίονος τα οποία νευρώνουν δερματικές περιοχές της ραχιαίας πλευράς του βραχίονος, του αντιβραχίου, της έξω πλευράς της ραχιαίας επιφάνειας της παλάμης και του 2ου και 3ου δακτύλου.
Κνημιαίο
Κατέρχεται ως κλάδος του ισχιακού νεύρου στην μεσότητα της οπίσθιας περιοχής της κνήμης πριν διασχίσει τον ταρσιαίο κόλπο και υποστρέφοντας κάτω από τον έξω σφυρό καταλήξει στο πόδι. Στην περιοχή της κνήμης νευρώνει όλους τους μύς του οπισθίου διαμερίσματος και δίδει ίνες από τις οποίες σχηματίζονται το γαστροκνήμιο νεύρο και το έσω πτερνικό νεύρο. Μυς που νευρώνονται από το κνημιαίο περιλαμβάνουν τούς ιγνυακό, γαστροκνήμιο, πελματικό, υποκνημίδιο, οπίσθιο κνημιαίο, μακρό καμπτήρα του μεγάλου δακτύλου και τον μακρό καμπτήρα των δακτύλων.
Κοινό περονιαίο
Σχηματίζεται ως κλάδος του ισχιακού νεύρου. Κατερχόμενο από τον ιγνυακό βόθρο οδεύει πλάγια και στρεφόμενο πέριξ του αυχένος της περόνης με πρόσθια κατεύθυνση διαχωρίζεται σε εν τω βάθει (στην πρόσθια πλευρά της κνήμης) και επιπολής (στο πλάγιο πέρας της κνήμης) κλάδους.
Κοκυγγικό
Σχηματίζεται από υποδιαιρέσεις του Ι4-Ι5 και Κ0 ριζών. Νευρώνει την δερματική περιοχή του πρωκτικού τριγώνου στο περίνεο.
Κοχλιακό
Σχηματίζεται στον έσω ακουστικό πόρο σαν κλάδος του αιθουσοκοχλιακού νεύρου. Νευρώνει το ελικοειδές όργανο.
Κροταφικό, εν τω βάθει
Αναφύεται από το πρόσθιο στέλεχος του κάτω γναθικού νεύρου και νευρώνει τον κροταφίτη μύ.
Λαγονοβουβωνικό
Αναφύεται από την Ο1 ρίζα του οσφυϊκού πλέγματος και νευρώνει τον έσω λοξό και εγκάρσιο κοιλιακό.
Λαγονοϋπογάστριο
Αναφύεται από την Ο1 ρίζα του οσφυϊκού πλέγματος και νευρώνει τον έσω λοξό και εγκάρσιο κοιλιακό.
Λαρυγγικό, άνω (έσω και έξω)
Αναφύεται από το οζώδες γάγγλιο του πνευμονογαστρικού νεύρου (Χ) και άνωθεν του κέρατος του υοειδούς διαχωρίζεται σε έσω και έξω κλάδο. Ο έξω κλάδος νευρώνει τον κρικοθυρεοειδή, ενώ ο έσω κλάδος μεταφέρει κυρίως αισθητικές ίνες και νευρώνει την κοιλότητα του φάρυγγος άνωθεν των φωνητικών χορδών.
Λαρυγγικό, κάτω (παλίνδρομο)
Μεταφέρουν αισθητικές ίνες για το κάτω από τις φωνητικές χορδές τμήμα του λάρυγγος και κινητικές ίνες για τους εγγενείς λαρυγγικούς μυς εκτός του κρικοθυρεοειδούς.
Λιθοειδές (μείζον και έλασσον)
Το μείζον λιθοειδές αναφύεται από το γονάτιο γάγγλιο το οποίο σχηματίζεται από προγαγγλιακές ίνες του προσωπικού νεύρου. Μεταφέρει προγαγγλιακές παρασυμπαθητικές σπλαχνικές κινητικές ίνες και νευρώνει τον δακρυϊκό αδένα και τους βλεννογόνους αδένες της ρινικής κοιλότητος, του γναθιαίου κόλπου και της σκληρής υπερώας. Το έλασσον λιθοειδές προκύπτει από κινητικές σπαλχνικές ίνες που προέρχονται από το τυμπανικό νεύρο το οποίο είναι κλάδος του γλωσσοφαρυγγικού. Νευρώνει την παρωτίδα.
Μασητήριο
Αναφύεται ως κλάδος του πρόσθιου στελέχους του κάτω γναθικού νεύρου. Νευρώνει τον μασητήρα μύ.
Μασχαλιαίο
Αναφύεται από τα οπίσθια δευτερεύοντα στελέχη του βραχιονίου πλέγματος (Α5,6) και κατέρχεται στο ραχιαίο τοίχωμα της μασχάλης όπου στρέφεται προς τα πίσω και μέσω του τετράπλευρου χώρου κατέρχεται πέριξ του αυχένα του βραχιόνιου όπου και νευρώνει τον δελτοειδή και τον ελάσσονα στρογγύλο.
Μέσο
Αναφύεται από τους τελικούς κλάδους των τελικών νεύρων των Α 5,6,7,8 Θ1 νευρικών ριζών του βραχιονίου πλέγματος και κατέρχεται εσωτερικά και κάτω της βραχείας κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου μυός ώσπου να αναδυθεί άνωθεν του παρατροχίλιου κονδύλου και να περάσει στο πρόσθιο πέρας του αντιβραχίου όπου και νευρώνει τους περισσότερους μύς (εκτός από τον ωλένιο καμπτήρα του καρπού και το έσω ημιμόριο του εν τω βάθει κοινού καμπτήρα των δακτύλων). Συνεχίζοντας την πορεία του στην άκρα χείρα νευρώνει τον αντιθετικό του μεγάλου δακτύλου, τον βραχύ καμπτήρα του αντίχειρα, τον βραχύ απαγωγό του αντίχειρος, τους δύο πλάγιους ελμινθοειδείς του δείκτη και του μέσου δακτύλου και την δερματική επιφάνεια των εξωτερικών τριών και μισού δακτύλων, της πλάγιας πλευράς της παλάμης και της μεσότητος του καρπού.
Μεσοπλεύρια
Αναφύονται ως πρόσθιοι κλάδοι των Θ1-Θ12 νωτιαίων νεύρων και οδεύουν στα μεσοπλεύρια διαστήματα με ανάλογη κατεύθυνση η οποία έχει φορά προς την μέση γραμμή του σώματος όπου και καταλήγουν ως πρόσθιοι δερματικοί κλάδοι νευρώνοντας τις αντίστοιχες δερματικές περιοχές. Στην περιοχή του θώρακος τα μεσοπλεύρια νεύρα μεταφέρουν κινητικές ίνες στους μεσοπλεύριους, υποπλεύριους και εγκάρσιους θωρακικούς μύς, κεντρομόλες σωματικές αισθητικές ίνες από τις δερματικές περιοχές και τον τοιχωματικό υπεζωκότα και μεταγαγγλιακές ίνες του συμπαθητικού νευρικού συστήματος προς την περιφέρεια.
Μεσόστεο, πρόσθιο
Αναφύεται μεταξύ της βραχιόνιας και ωλένιας κεφαλής του στρογγύλου πρηνιστή ως κλάδος του μέσου νεύρου και κατέρχεται μεταξύ των οστών του αντιβραχίου. Νευρώνει τον μακρό καμπτήρα του αντίχειρος, το έξω ημιμόριο του εν τω βάθει κοινού καμπτήρα των δακτύλων και τον τετράγωνο πρηνιστή.
Μετωπιαίο
Αναφύεται από το οφθαλμικό νεύρο και διερχόμενο μέσω του υπερκόγχιου υπερκόγχιου σχίσματος δέχεται αισθητικά ερεθίσματα από τις πέριξ του κόγχου περιοχές. Τελικώς διαιρείται σε δύο κλάδους, το υπερτροχίλιο και υπερκόγχιο νεύρο.
Μηριαίο
Αναφύεται από τους πρόσθιους κλάδους του Ο2, Ο3 και Ο4 ριζών του οσφυϊκού πλέγματος και καθεύδει εντός του σώματος του μείζονος ψοΐτη μυός, εισερχόμενο περνώντας κάτω από τον βουβωνικό σύνδεσμο στο πρόσθιο διαμέρισμα του μηρού. Μετά την είσοδό του στον μηρό υποδιαιρείται σε αρκετούς κλάδους όπως τα υποδόρια νεύρα (έσω και έξω) και το σαφηνές νεύρο. Κινητικά νευρώνει τους έσω, έξω και μέσο πλατύ, λαγόνιο, ορθό μηριαίο, ραπτικό και κτενίτη.
Μυοδερματικό
Αναφύεται από τα έξω στελέχη του βραχιονίου πλέγματος (Α5-Α6-Α7) και αφού ακολουθήσει καθοδική πορεία προς τον βραχίονα νευρώνει τον κορακοβραχιόνιο, δικέφαλο βραχιόνιο και πρόσθιο βραχιόνιο, ενώ οι αισθητικοί του κλάδοι νευρώνουν την έξω επιφάνεια του αντιβραχίου.
Νωτιαία
Παρατηρούνται 31 ζεύγη σπονδυλικών νωτιαίων νεύρων που παίρνουν την ονομασία τους ανάλογα με την θέση των σπονδύλων με τους οποίους σχετίζονται. Έτσι υπάρχουν οκτώ ζεύγη αυχενικών νεύρων (Α1-Α8), δώδεκα ζεύγη θωρακικών νεύρων (Θ1-Θ12), πέντε ζεύγη οσφυϊκών νεύρων (Ο1-Ο5), πέντε ζεύγη ιερών νεύρων (Ι1-Ι5) και ένα ζεύγος κοκκυγικών νεύρων. Επειδή το Α1 νωτιαίο νεύρο προβάλλει μεταξύ του κρανίου και του Α1 σπονδύλου τα Α2-Α7 προβάλλουν από τον σπονδυλικό σωλήνα άνωθεν του σπονδυλικού επιπέδου στο οποίο αναφέρονται. Από το Α8 και κάτω όλα τα νωτιαία νεύρα προβάλλουν κάτω από το σπονδυλικό επίπεδο στο οποίο αναφέρονται. Τα νωτιαία νεύρα εξέρχονται του σπονδυλικού σωλήνος στα πλάγια διερχόμενα μέσω του σπονδυλικού τρήματος . Τα νωτιαία νεύρα παρουσιάζουν οπίσθιους κλάδους που νευρώνουν περιοχές της ράχης και πρόσθιους κλάδους που σχηματίζουν τα μεγάλα πλέγματα του κορμού (αυχενικό, βραχιόνιο, οσφυϊκό, ιερό). Τα Α1-Α8 νωτιαία νεύρ ανευρώνουν περιοχές του οπισθίου πέρατος της κεφασλής και του αυχένα. Τα Θ7-Θ9 νωτιαία νεύρα νευρώνουν την δερματική περιοχή από την ξιφοειδή απόφυση έως λίγο πάνω από τον ομφαλό, ενώ η περιοχή πέριξ του ομφαλού νευρώνεται από το Θ10. Τα Θ7-Θ12 και Ο1 νωτιαία νεύρα νευρώνουν τις πρόσθιες και πλάγιες περιοχές του κοιλιακού τοιχώματος έως την ηβική σύμφυση.
Οπτικό
Μεταφέρει νευρικά σήματα από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα του οφθαλμού στα εγκεφαλικά κέντρα. Αφήνει τον κόγχο διερχόμενο μέσω του οπτικού τρήματος μαζί με τα αιμοφόρα αγγεία.
Οσφρητικό
Μεταφέρει αισθητικά ερεθίσματα από τον ρινικό βλεννογόνο στον οσφρητικό βολβό.
Οσφυϊκό
Τα οσφυϊκά νεύρα είναι τα πέντε ζεύγη σπονδυλικών νεύρων που αναδύονται από τους οσφυϊκούς σπονδύλους. Χωρίζονται σε οπίσθια και πρόσθια τμήματα.
Τα οσφυϊκά νεύρα είναι πέντε νωτιαία νεύρα που προέρχονται από κάθε πλευρά του νωτιαίου μυελού κάτω από τον θωρακικό νωτιαίο μυελό και πάνω από τον ιερό νωτιαίο μυελό. Προκύπτουν από το νωτιαίο μυελό μεταξύ κάθε ζεύγους οσφυϊκών σπονδυλικών σπονδύλων και οδεύουν μέσω των μεσοσπονδύλιων τρημάτων. Στη συνέχεια, τα νεύρα χωρίζονται σε έναν πρόσθιο κλάδο, ο οποίος κινείται προς τα εμπρός, και έναν οπίσθιο κλάδο, ο οποίος οδεύει προς τα πίσω και τροφοδοτεί την περιοχή της πλάτης.
Οπίσθιες διαιρέσεις
Οι μεσαίες διαιρέσεις των οπίσθιων κλαδιών εκτείνονται κοντά στις αρθρικές αποφύσεις των σπονδύλων και καταλήγουν στον πολύπλευρο μυ. Οι εξωτερικοί κλάδοι τροφοδοτούν τους μύες της σπονδυλικής στήλης.
Πρόσθια τμήματα
Τα πρόσθια τμήματα των οσφυϊκών νεύρων (Λατινικά: rami anteriores) αυξάνονται σε μέγεθος από πάνω προς τα κάτω.
Τα πρόσθια τμήματα επικοινωνούν με τον συμπαθητικό κορμό. Κοντά στην αρχή των τμημάτων, ενώνονται με κλάδους από τα οσφυϊκά γάγγλια του συμπαθητικού κορμού. Αυτοί οι κλάδοι αποτελούνται από μακριά, λεπτά νεύρα που συνοδεύουν τις οσφυϊκές αρτηρίες γύρω από τις πλευρές των σπονδυλικών σωμάτων, κάτω από τον Ψοΐτη. Η διάταξή τους είναι κάπως ακανόνιστη: ένα γάγγλιο μπορεί να δώσει απολήξεις σε δύο οσφυϊκά νεύρα ή ένα οσφυϊκό νεύρο μπορεί να λάβει απολήξεις (κλαδιά) από δύο γάγγλια. Το πρώτο και το δεύτερο, και μερικές φορές το τρίτο και το τέταρτο οσφυϊκό νεύρο συνδέονται το καθένα με το οσφυϊκό τμήμα του συμπαθητικού κορμού
Τα νεύρα περνούν λοξά προς τα έξω πίσω από το τον Ψοΐτη, ή μεταξύ των δεματίων του, κατανέμοντας νημάτια σε αυτόν και στον τετράγωνο οσφυϊκό
Καθώς τα νεύρα οδεύουν προς τα εμπρός, δημιουργούν νευρικά πλέγματα. Τα τρία πρώτα οσφυϊκά νεύρα και το μεγαλύτερο μέρος του τέταρτου μαζί σχηματίζουν το οσφυϊκό πλέγμα. Το μικρότερο τμήμα του τέταρτου ενώνεται με το πέμπτο σχηματίζοντας τον οσφυοϊερό κορμό, ο οποίος βοηθά στο σχηματισμό του ιερού πλέγματος.
1ο οσφυϊκό νεύρο
Το πρώτο οσφυϊκό νωτιαίο νεύρο (Ο1) προέρχεται από τη σπονδυλική στήλη κάτω από τον 1Ο οσφυϊκό σπόνδυλο. Οι τρεις τερματικοί κλάδοι αυτού του νεύρου είναι το λαγονοϋπογαστρικό, το λαγονοβουβωνικό και το γεννητικό μηριαίο νεύρο.
Το Ο1 τροφοδοτεί πολλούς μύες, είτε απευθείας είτε μέσω νεύρων που προέρχονται από αυτό. Μπορεί να νευρωθούν με το Ο1 αποκλειστικά ή να νευρωθούν εν μέρει από το Ο1 και εν μέρει από άλλα νωτιαία νεύρα. Οι μύες είναι:
Τετράγωνος οσφυϊκός (μερικώς)
Λαγονοψοΐτης μυς (μερικώς)
2 οσφυϊκό νεύρο
Το δεύτερο οσφυϊκό νωτιαίο νεύρο Ο2 προέρχεται από τη σπονδυλική στήλη κάτω από τον οσφυϊκό σπόνδυλο Ο2
Το Ο2 τροφοδοτεί πολλούς μύες, είτε άμεσα είτε μέσω νεύρων που προέρχονται από το Ο2. Μπορεί να νευρωθούν από το Ο2 αποκλειστικά ή να νευρωθούν εν μέρει από το Ο2 και εν μέρει από άλλα νωτιαία νεύρα. Οι μύες είναι:
Τετράγωνος οσφυϊκός (μερικώς)
Ιλιοψόας (μερικώς)
3ο οσφυϊκό νεύρο
Το τρίτο οσφυϊκό νωτιαίο νεύρο Ο3 προέρχεται από τη σπονδυλική στήλη κάτω από τον οσφυϊκό σπόνδυλο Ο3
Το Ο3 τροφοδοτεί πολλούς μύες, είτε άμεσα είτε μέσω νεύρων που προέρχονται από το Ο3. Μπορεί να νευρωθούν με το L3 αποκλειστικά ή να νευρωθούν εν μέρει από το Ο3 και εν μέρει από άλλα νωτιαία νεύρα. Οι μύες είναι:
Τετράγωνος οσφυϊκός (μερικώς)
Ιλιοψόας (μερικώς)
4ο οσφυϊκό νεύρο
Το τέταρτο οσφυϊκό νωτιαίο νεύρο Ο4 προέρχεται από τη σπονδυλική στήλη κάτω από τον οσφυϊκό σπόνδυλο Ο4
Το Ο4 τροφοδοτεί πολλούς μύες, είτε άμεσα είτε μέσω νεύρων που προέρχονται από το L4. Δεν νευρώνονται με το Ο4 αποκλειστικά, αλλά εν μέρει από το Ο4 και εν μέρει από άλλα νωτιαία νεύρα. Οι μύες είναι:
Τετράγωνος οσφυϊκός (μερικώς)
Μέσος γλουτιαίος
Ελάσσων γλουτιαίος
Τείνων την πλατιά περιτονία
Γέμελλος
Τετράγωνος μηριαίος
Πρόσθιος κνημιαίος
Έξω πλατύς
5ο οσφυϊκό νεύρο
Το πέμπτο οσφυϊκό νωτιαίο νεύρο Ο5 προέρχεται από τη σπονδυλική στήλη κάτω από τον οσφυϊκό σπόνδυλο Ο5
Το Ο5 τροφοδοτεί πολλούς μύες, είτε άμεσα είτε μέσω νεύρων που προέρχονται από το L5. Δεν νευρώνονται με το Ο5 αποκλειστικά, αλλά εν μέρει από το Ο5 και εν μέρει από άλλα νωτιαία νεύρα. Οι μύες είναι:
Γλουτιαίοι (Μείζων, Μέσος, Ελλάσων)
Τείνων την πλατιά περιτονία
Πρόσθιος κνημιαίος
Οπίσθιος κνημιαίος
Βραχύς εκτείνων τους δακτύλους
Εκτείνων τον μέγα δάκτυλο
Οφθαλμικό
Εξέρχεται από το κρανίο μέσω του υπερκόγχιου σχίσματος. Στον κόγχο διαιρείται σε μετωπιαίο, οφθαλμορρινικό και δακρυϊκό.
Οφθαλμορρινικό
Αναφύεται ως κλάδος του οφθαλμικού νεύρου και στην περιοχή του κόγχου δίδει κλάδους όπως τα μακρά ακτινοειδή νεύρα που παρέχουν συμπαθητικές ίνες για την διατολή της κόρης, το οπίσθιο ηθμοειδές νεύρο το οποίο παρέχει νεύρωση στον σφηνοειδή κόλπο και τις ηθμοειδείς αεροκυψέλες, το πρόσθιο ηθμοειδές το οποίο νευρώνει το πρόσθιο τμήμα του κρανιακού βόθρου, την ρινική κοιλότητα και δερματικές περιοχές του κάτω πέρατος της μύτης και το υποτροχίλιο το οποίο νευρώνει τμήματα των βλεφάρων, τον δακρυϊκό ασκό και το άνω μισό της μύτης.
Παραπληρωματικό
Είναι το ενδέκατο κρανιακό νεύρο και εξέρχεται από το κρανίο μέσω του σφαγιτιδικού τρήματος και καθεύδει προς το οπίσθιο αυχενικό τρίγωνο. Στην διαδρομή του νευρώνει τον στερνοκλειδομαστοειδή και τον τραπεζοειδή.
Πελματιαίο (έσω και έξω)
Το έσω πελματιαίο είναι κυρίως αισθητικό νεύρο καλύπτοντας τα πρόσθια δύο τριτημόρια του πέλματος, τις δερματικές επιφάνειες των τριών πρώτων δακτύλων και την έσω επιφάνεια του τετάρτου δακτύλου. Επιπλέον νευρώνει κινητικά τον απαγωγό του μεγάλου δακτύλου, τον βραχύ καμπτήρα των δακτύλων, τον βραχύ καμπτήρα του μεγάλου δακτύλου και τον πρώτο ελμινθοειδή. Το έξω πελματιαίο νευρώνει όλους τους τοπικούς μύς του πέλματος εκτός από τους τέσσερις που νευρώνει το έσω πελματιαίο. Έτσι νευρώνει τους ραχιαίους και πελματιαίους μεσόστεους, τετράγωνο πελματικό, 2ος - 4ος ελμινθοειδείς, βραχύ καμπτήρα του μεγάλου δακτύλου, προσαγωγό του μεγάλου δακτύλου και βραχύ καμπτήρα του μικρού δακτύλου. Αισθητικά καλύπτει μικρές δερματικές περιοχές όπως την έξω πλευρά του πρόσθιου τριτημορίου του πέλματος και μια μικρή περιοχή από το μέσο του τρίτου δακτύλου έως το έξω πέρας του πέλματος, εκτεινόμενη προς τα πίσω έως λίγο πρίν την πτέρνη.
Περινεϊκό
Αναφύεται ως κλάδος του αιδοιϊκού νεύρου και στην περιοχή του ουρογεννητικού τριγώνου νευρώνει κινητικά γραμμωτούς μύς στο περίνεο. Δίδει δύο αισθητικούς κλάδους, το οπίσθιο οσχεϊκό νεύρο στους άνδρες και οπίσθιο χειλικό νεύρο στις γυναίκες.
Περονιαίο, εν τω βάθει
Αναφύεται ως κλάδος του κοινού περονιαίου στο έξω διαμέρισμα της κνήμης και νευρώνει μύς του προσθίου διαμερίσματος της κνήμης όπως τον πρόσθιο κνημιαίο, μακρό εκτείνων το μέγα δάκτυλο, μακρό εκτείνων τους δακτύλους και τρίτο περονιαίο. Στην περιοχή του άκρου πόδα νευρώνει τον βραχύ εκτείνοντα τους δακτύλους και έχει συμμετοχή στην νεύρωση των δύο πρώτων ραχιαίων μεσόστεων μυών. Αισθητικά νευρώνει την δερματική περιοχή μεταξύ 1ου και 2ου δακτύλου.
Περονιαίο, επιπολής
Αναφύεται ως κλάδος του κοινού περονιαίου και νευρώνει μύς του έξω διαμερίσματος της κνήμης όπως τον μακρό και βραχύ περονιαίο. Αισθητικά νευρώνει το έξω πέρας των δύο κάτω τριτημορίων της κνήμηςκαι το μεγαλύτερο μέρος της ραχιαίας επιφάνειας του άκρου πόδα εκτός από μια μικρή περιοχή μεταξύ του 1ου και 2ου δακτύλου και της πλάγιας επιφάνειας του άκρου πόδα.
Περονιαίο, κοινό
Αναφύεται ως κλάδος του ισχιακού νεύρου και νευρώνει την βραχεία κεφαλή του δικέφαλου μηριαίου, τον βραχύ εκτείνοντα τους δακτύλους, τον 1ο και 2ο μεσόστεους μυς του πέλματος. Αισθητικά νευρώνει δερματικές περιοχές του έξω πέρατος της κνήμης, της ραχιαίας επιφάνειας του άκρου πόδα και των δακτύλων. Διαχωρίζεται σε δύο κλάδους, τον επιπολής και εν τω βάθει.
Πνευμονογαστρικό
Είναι το δέκατο κρανιακό νεύρο. Μεταφέρει παρασυμπαθητικές ίνες στα θωρακικά σπλάχνα και κεντρομόλες ίνες προερχόμενες από αυτά. Νευρώνει τον οισοφάγο, την καρδιά και τους πνεύμονες. Από την αριστερή πλευρά το πνευμονογαστρικό δίδει το αριστερό παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο το οποίο νευρώνει τον λάρυγγα.
Προσωπικό
Είναι το έβδομο κρανιακό νεύρο και αναφύεται από τον περιοχή μεταξύ της γέφυρας και του προμήκη. Περιέχει ίνες γενικής αισθητικότητας που μεταφέρουν κεντρομόλες ίνες από τον έξω ακουστικό πόρο και μια μικρή δερματική περιοχή οπισθίως του ωτός, αισθητήριες ίνες που μεταφέρουν κεντρομόλα σήματα από τα πρόσθια δύο τριτημόρια της γλώσσης, σπλαχνικές κινητικές ίνες που ρυθμίζουν τις εκκρίσεις του δακρυϊκού αδένα, του βλεννογόνου της ρινός, των υπογναθικών και υπογλώσσιων αδένων καθώς και την σκληρής και μαλακής υπερώας, βραγχιακές κινητικές ίνες που νευρώνουν μιμικούς μύς του προσώπου, του τριχωτού της κεφαλής, τον μύ του αναβολέως, την οπίσθια γαστέρα του διγάστορα και τον γναθοϋοειδή μύ.
Πρωκτοκοκκυγγικό
Περιέχουν ρίζες των Ι4, Ι5 και Κ0 του κοκκυγικού πλέγματος και νευρώνουν την περιοχή πέριξ του πρωκτού.
Πτερνικό, έσω
Αναφύεται ως κλάδος του κνημιαίου νεύρου και νευρώνει την δερματική περιοχή στο έσω πέρας του πέλματος και της πτέρνης.
Πτερυγοειδές (έσω, έξω)
Το έσω πτερυγοειδές αναφύεται ως κλάδος του κάτω γναθικού και νευρώνει τον έσω πτερυγοειδή, τον διατείνοντα το υπερώϊο ιστίο και τον τείνοντα το τύμπανο μυ. Το έξω πτερυγοειδές αναφύεται και αυτό από το κάτω γναθικό και νευρώνει τον έξω πτερυγοειδή μύ.
Ραχιαίο, ωμοπλάτης
Αναφύεται από την Α5 ρίζα του βραχιονίου πλέγματος και νευρώνει τον μείζονα και ελάσσονα ρομβοειδή.
Ρινικό
Αναφύεται ως κλάδος του άνω γναθικού νεύρου και νευρώνουν το έξω τοίχωμα και την οροφή της ρινικής κοιλότητος.
Ρινοϋπερώιο
Κλάδος των ρινικών νεύρων τα οποία αναφύονται από το άνω γναθικό νεύρο. Νευρώνει το οπισθίως των τομών τμήμα του στοματικού βλεννογόνου.
Σαφηνές
Αναφύεται ως δερματικός κλάδος του μηριαίου νεύρου. Νευρώνει την έσω πλευρά του ποδιού έως την μεσότητα του πέλματος.
Τραχηλικό (εγκάρσιο)
Αναδύεται από το αυχενικό πλέγμα (Α2-Α3 νωτιαία νεύρα) και νευρώνει περιοχές του τραχήλου.
Τρίδυμο
Είναι το πέμπτο κρανιακό νεύρο και αποτελεί το κύριο αισθητικό νεύρο της κεφαλής δίδοντας επίσης κινητικούς κλάδους στους μασητήριους μύς (μασητήρας, κροταφικός κλπ). Έχει τρείς κύριους κλάδους, τον οφθαλμικό, τον άνω γναθικό και τον κάτω γναθικό. Ο πρώτος εξέρχεται του κρανίου από το υπερκόγχιο σχίσμα, ενώ οι άλλοι δύο από το στρογγύλο τρήμα και ωοειδές τρήμα αντίστοιχα. Ο οφθαλμικός κλάδος μεταφέρει νευρικά σήματα από τους οφθαλμούς, ρινική κοιλότητα, επιπεφυκότα, μετωπιαίο και ηθμοειδή κόλπο, άνω βλέφαρο, πρόσθιο ήμισυ του τριχωτού της κεφαλής, ραχιαία επιφάνεια της ρινός. Το άνω γναθικό νεύρο μεταφέρει νευρικά σήματα από σκληρές μήνιγγες του πρόσθιου και μέσου κρανιακού βόθρου, ρινοφάρυγγα, υπερώα, ρινική κοιλότητα, οδόντες άνω γνάθου, κάτω βλέφαρο, παρειά , άνω χείλος. Ο κάτω γναθικός κλάδος μεταφέρει νευρικά σήματα από δερματικές περιοχές του κάτω πέρατος του προσώπου, παρειά, κάτω χείλος, πτερύγιο του ωτός, πρόσθια δύο τριτημόρια της γλώσσης, οδόντες κάτω γνάθου, μαστοειδείς κυψέλες και βλεννογόνοι της παρειάς.
Τροχιλιακό
Είναι το τέταρτο κρανιακό νεύρο και αναφύεται από την οπίσθια επιφάνεια του στελέχους. Νευρώνει τον άνω λοξό μύ του οφθαλμού.
Τυμπανικό
Αναφύεται ως κλάδος του γλωσσοφαρυγγικού νεύρου. Στο μέσο τμήμα του ωτός νευρώνει τον βλεννογόνο της περιοχής, τις μαστοειδείς κυψέλες καιτον φαρυγγοτυμπανικό σωλήνα.
Υπερκλείδιο
Αναφύεται από την Α5 και Α6 νευρική ρίζα των πρωτευόντων στελεχών του βραχιονίου πλέγματος. Νευρώνει τους υπακάνθιο και υπερακάνθιο.
Υπερκόγχιο
Αναφύεται ως κλάδος του μετωπιαίου νεύρου (το οποίο είναι κλάδος του οφθαλμικού νεύρου) και διερχόμενο από το υπερκόγχια εντομή με κατεύθυνση προς τα πάνω νευρώνει τον επιπεφυκότα και δερματικές περιοχές του άνω βλεφάρου, καθώς και το πρόσθιο ήμισυ του τριχωτού της κεφαλής.
Υπερπλάτιο
Αναφύεται από την Α5 και Α6 νευρική ρίζα των πρωτευόντων στελεχών του βραχιονίου πλέγματος. Νευρώνει τους υπακάνθιο και υπερακάνθιο.
Υπερτροχίλιο
Αναφύεται ως κλάδος του μετωπιαίου νεύρου (το οποίο είναι κλάδος του οφθαλμικού νεύρου) και διερχόμενο από το υπερκόγχιο τρήμα νευρώνει τον επιπεφυκότα και δερματικές περιοχές του άνω βλεφάρου, καθώς και το έσω πέρας του κάτω τμήματος του μετώπου.
Υπερώϊο (μείζον και έλλασον)
Αναφύονται από το πτερυγο-υπερώϊο γάγγλιο και μέσω του υπερώϊου πόρου το μείζον υπερώϊο νευρώνει την βλεννογόνο και τους αδένες της σκληρής υπερώας και των παρακείμενων ούλων. Το έλλασον υπερώϊο διέρχεται μέσω του έλλασον υπερώϊο τρήμα και νευρώνει την μαλακή υπερώα.
Υπογάστριο
Αποτελούν πυελική προέκταση του προσπονδυλικού πλέγματος. Νευρώνουν τους μύς της στύσης του πέους και της κλειτορίδας στο περίνεο.
Υπογλώσσιο
Είναι το δωδέκατο κρανιακό νεύρο και νευρώνει όλους τους αυτόχθονες και τους πιο πολλούς ετερόχθονες μύς της γλώσσης.
Υποκλείδιο
Αναφύεται από την Α5 και Α6 νευρική ρίζα των πρωτευόντων στελεχών του βραχιονίου πλέγματος. Νευρώνει υποκλείδιο μύ.
Υποκόγχιο
Αναφύεται ως κλάδος του άνω γναθικού νεύρου. Διέρχεται από το υποκόγχιο τρήμα και νευρώνει το έξω πέρας της ρινός, και το άνω χείλος.
Υποπλάτιο
Αναφύεται από τις Α5 και Α6 κλάδους των οπισθίων δευτερευόντων στελεχών του βραχιονίου πλέγματος και νευρώνει τον υποπλάτιο μύ.
Υποτροχιλιακό
Αναφύεται ως κλάδος του οφθαλμορρινικού νεύρου το οποίο ρείναι κλάδος του οφθαλμικού νεύρου. Νευρώνει τμήματα των βλεφάρων, τον δακρυϊκό ασκό και το άνω μισό της μύτης.
Φαρυγγικό
Αναδύεται από το πτερυγο-υπερώϊο γάγγλιο και νευρώνει τον βλεννογόνο και τους αδένες του ρινοφάρυγγα.
Φατνιακό
Αναφύεται ως κλάδος του κάτω γναθικού νεύρου και νευρώνει τους οδόντες και τα ούλα, το βλεννογόνο και το δέρμα του κάτω χείλους, καθώς και την δερματική περιοχή του γενείου. Δίδει κινητικές ίνες στον γναθοϋοειδή και την πρόσθια γαστέρα του διγάστορα.
Φρενικό
Αναφύεται ως κλάδος του αυχενικού πλέγματος από τις ρίζες των Α3-Α4 και Α5 νεύρων. Νευρώνουν το διάφραγμα.
Ωλένιο
Αναφύεται από τα έσω δευτερεύοντα στελέχη των Α8-Θ1 νεύρων του βραχιονίου πλέγματος. Νευρώνει το έσω ημιμόριο του έν τω βάθει κοινού καμπτήρα των δακτύλων, τον ωλένιο καμπτήρα του καρπού, τον βραχύ παλαμικό, τους ραχιαίους και παλαμιαίους μεσόστεους, τον προσαγωγό του αντίχειρα, τους δύο έσω πλάγιους ελμινθοειδείς, τον αντιθετικό του μικρού δακτύλου, τον απαγωγό του μικρού δακτύλου και τον βραχύ καμπτήρα του μικρού δακτύλου. Αισθητικά νευρώνει το ήμισυ της πλάγιας παλαμιαίας και ραχιαίας επιφάνεια του παράμεσου και ολόκληρο τον μικρό δάκτυλο έως λίγο άνωθεν του καρπού.
Ωτιαίο
Αναφύεται από κλάδους των Α2 και Α3 νεύρων και νευρώνει δερματικές περιοχές της έξω και πρόσθιας επιφάνειας του τραχήλου.
Ωτοκροταφικό
Αναφύεται ως κλάδος του κάτω γναθικού νεύρου κει νευρώνει τον έξω ακουστικό πόρο, την εξωτερική επιφάνεια του τυμπάνου του ωτός και περιοχές στον κρόταφο.